Στο επίκεντρο των συζητήσεων κυβέρνησης και τραπεζών με τους θεσμούς μπαίνει το νέο πτωχευτικό των ιδιωτών ενόψει της κατάργησης του νόμου Κατσέλη και της λήξης στα τέλη Απριλίου της προστασίας της πρώτης κατοικίας μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας που λειτουργεί στην Ειδική Γραμματεία Ιδιωτικού Χρέους.
Οι σχετικές συζητήσεις με την κυβέρνηση ξεκινούν την Παρασκευή, ενώ την επόμενη εβδομάδα ξεκινά ο κύκλος επαφών με τις τράπεζες.
Κυβέρνηση και τράπεζες προσέρχονται στο τραπέζι των συζητήσεων με τους θεσμούς με πρόταση για πλήρη κατάργηση της προστασίας για την πρώτη κατοικία, ενώ όπως προέβλεψε ο πρόεδρος της ΕΕΤ κ. Χατζηνικολάου, μετά το τέλος Απριλίου, οι πλειστηριασμοί ακινήτων θα αυξηθούν.
Η πρόταση της κυβέρνησης στην οποία συνομολογούν και οι τράπεζες βασίζεται στην κοινοτική οδηγία «για την προληπτική αναδιάρθρωση και την απαλλαγή από τα χρέη και τις ανικανότητες ή την έκπτωση οφειλετών» που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2019 και η οποία δίνει δεύτερη ευκαιρία στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις δανειακές υποχρεώσεις τους. Η οδηγία επιτρέπει τη ρύθμιση των οφειλών τους ή την απαλλαγή τους από τα χρέη, αφού όμως προηγουμένως ρευστοποιηθεί το σύνολο της περιουσίας τους. Η απαλλαγή, όπως και η ρευστοποίηση, γίνεται εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, π.χ. ενός ή δύο ετών, μετά την πάροδο του οποίου το φυσικό ή το νομικό πρόσωπο μπορεί να «καθαρίσει» από τις οφειλές του αντίστοιχα με ό,τι προβλέπεται για τις επιχειρήσεις.
Η κατάργηση του νόμου Κατσέλη δεν σημαίνει ότι όσοι έχουν κάνει μέχρι σήμερα αίτηση ένταξης στον νόμο θα πάψουν να προστατεύονται. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών πρόκειται για 58.000 περιπτώσεις εκκρεμών υποθέσεων που συνεχίζουν να προστατεύονται με βάση το παλαιό καθεστώς.
Στο πλαίσιο ενημέρωσης των δημοσιογράφων ο πρόεδρος της Ένωσης κ. Γιώργος Χατζηνικολάου και η Γραμματέας της κ. Χαρούλα Απαλαγάκη εξήγησαν ότι το 60% των νέων αιτήσεων απορρίπτεται, καθώς στο 30% υπολογίζεται πως φθάνουν οι περιπτώσεις των στρατηγικών κακοπληρωτών.
Όπως εξήγησε η κ. Απαλαγάκη το ζητούμενο είναι η αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου Κατσέλη στην πράξη, εντοπίζοντας το βασικό πρόβλημα στο μακρύ χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εκδίκαση των υποθέσεων. Οι χρόνοι που προέβλεπε ο νόμος Κατσέλη για την έκδοση αποφάσεως, δηλαδή μεταξύ 6-12 μήνες, ήταν εύλογοι, σημείωσε η κ. Απαλαγάκη, στην πράξη όμως αυτό δεν τηρήθηκε. «Η ΕΕΤ δεν μπορεί να έχει λόγο στις υλικοτεχνικές υποδομές απονομής δικαιοσύνης. Είναι κοινή ευθύνη όλων των νομικών, αλλά και των διαδίκων να επιταχύνουμε σημαντικά τους ρυθμούς εκδικάσεως των υποθέσεων. Εναλλακτικά, θα πρέπει να αξιοποιήσουμε όλα τα μέσα εναλλακτικής (εκτός δικαστηρίων) επίλυσης των ιδιωτικού δικαίου διαφορών. Και γι’ αυτό το κυρίαρχο στοιχείο θα πρέπει να είναι η ενίσχυση των εξωδικαστικών μηχανισμών», τόνισε η γενική γραμματέας της Ένωσης.
Το νέο πλαίσιο για την πρώτη κατοικία
Έτσι, η Ελλάδα επιστρέφει στην «κανονικότητα» των ευρωπαϊκών χωρών όσον αφορά στην προστασία της πρώτης κατοικίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, «κανονικότητα» σημαίνει απάλειψη όλων των διατάξεων προστασίας της πρώτης κατοικίας ή με απλά λόγια… δεν θα υπάρχει τίποτα.
Τις σημερινές πολυεπίπεδες δικλίδες προστασίας (εξωδικαστικός, νόμος Κατσέλη, νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας σε συνδυασμό με τις πρόσφατες ρυθμίσεις για χρέη σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία) θα διαδεχθεί από την 1η Μαΐου ένα νέο ενιαίο πλαίσιο αφερεγγυότητας, το οποίο αναμένεται πως θα στοχεύει κυρίως στην πρόληψη παρά τη «θεραπεία» εστιών αφερεγγυότητας στον ιδιωτικό τομέα.
Από τις αρχές του 2020 άλλωστε θα τεθεί παράλληλα σε ισχύ η νέα πάγια ρύθμιση χρεών προς το δημόσιο (σε έως 24 δόσεις για τακτικές οφειλές και έως 48 δόσεις για έκτακτες) και εκεί τελειώνει το στόρι των ρυθμίσεων.
Στους κόλπους της κυβέρνησης, αρμόδια στελέχη δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους για τις πολιτικές κόντρες που αναμένεται να πυροδοτήσει η λήξη του καθεστώτος προστασίας της πρώτης κατοικίας σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των πλειστηριασμών και το σταδιακό «άγγιγμα» των πλειστηριασμών και σε πρώτες κατοικίες δανειοληπτών.
Ακόμα και σε αυτό το πλαίσιο, παράταση των ισχυουσών διατάξεων δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας έχει διαμηνύσει ότι η παράταση του ισχύοντος πλαισίου έως τις 30 Απριλίου είναι η τελευταία, ενώ η βαρύτητα την οποία αποδίδουν οι θεσμοί στη συγκεκριμένη δέσμευση αναδεικνύεται από το γεγονός ότι περιλήφθηκε σχετική αναφορά στο τελευταίο ανακοινωθέν του Eurogroup.
Παρά τις πιεστικές προθεσμίες και τις βελτιώσεις στη λειτουργία της πλατφόρμας προστασίας της πρώτης κατοικίας, το ενδιαφέρον των «κόκκινων» δανειοληπτών παραμένει ιδιαίτερα περιορισμένο σε σχέση με τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί (150.000 δυνητικοί δικαιούχοι), όταν η προηγούμενη κυβέρνηση προχωρούσε στην ψήφιση των προστατευτικών διατάξεων.
Η πλατφόρμα
Οι υπερήμεροι δανειολήπτες δεν δείχνουν μεγάλη σπουδή για να υπαχθούν στο ευνοϊκό πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας το οποίο και εκπνέει στο τέλος Απριλίου 2020.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους από 1 Ιουλίου 2019 μέχρι 10 Ιανουαρίου 2020, έχουν εισέλθει στην πλατφόρμα 59.802 ενδιαφερόμενοι χρήστες, έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία ετοιμασίας της αίτησης και συναίνεσαν στην άρση φορολογικού και τραπεζικού απορρήτου 39.689, έχουν υποβληθεί 1.548 αιτήσεις και διαβιβαστεί στις τράπεζες.
Επίσης έχουν δοθεί 491 προτάσεις ρύθμισης από τις τράπεζες, έχουν γίνει αποδέκτες 172 προτάσεις ρύθμισης από δανειολήπτες και εκκρεμεί η αποδοχή των υπολοίπων, ενώ έχει εγκριθεί η κρατική επιδότηση σε 88 πολίτες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το νέο αυτό πλαίσιο αναμένεται να είναι αυστηρότερο, καθώς αν και θα δίνει την ευκαιρία για μια νέα αρχή σε οφειλέτες, αυτοί θα πρέπει να ρευστοποιούν την περιουσία που έχουν στην κατοχή τους ώστε να μπουν σε ρυθμίσεις για τα υπόλοιπα των οφειλών τους.